Παραδοσιακό γλύκισμα της ελληνικής και τουρκικής κουζίνας.
Μεταφορικά, ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι το ωραίο και ποθητό ή το κατάλληλο για την περίσταση.
Στα ελληνικά την λέξη την έχουμε δανειστεί από το τούρκικο lokum που έχει αραβική προέλευση...
-Μ' έφερε η θεία μου κάτι λουκούμια από την Σύρο, τα 'φαγα μέσα σ' ένα απόγευμα, απόλαυση σκέτη.
-Πωπωπω, δες το μελαχρινό ένα κωλαράκι που έχει!
-Αμάν ρε φίλε, λουκούμι είναι, λουκούμι!-Δε σου έπεσε άσχημα το μηχανάκι του θείου σου, ε;
-Πλάκα κάνεις; Λουκούμι με ήρθε, μόλις χάλασε το δικό μου, πήρα αυτό και ντη βγάζω...