Ουσιαστικό:
- ο ψίθυρος, ο ελάχιστος ήχος, η ανεπαίσθητη φωνούλα, μιλιά, λέξη,
χαρακτηρισμός κατάστασης (παρ. 1): μόκο, δεν ακούγεται ούτε ψίθυρος για το φλέγον θέμα, κάποιοι κάνουν υποχθόνια ησυχία με σκοπιμότητα να αποκρύψουν γεγονότα, κάνουν το γερμανό και σφυρίζουν αδιάφορα για τον καιρό.
Επιφώνημα (με εννοούμενο το «μη βγάλεις»):
προσταγή απόλυτης ησυχίας: Τσιμουδιά! - Σσσ!!! Σουτ! Σιωπή! Σκασμός! Ούτε κιχ! Άχνα! (παρ. 2)
- προσταγή τήρησης απόλυτης εχεμύθειας τ. μη διανοηθείς να βγάλεις τσιμουδιά (γιατί κατά τα γνωστά η οικογένεια είναι το πιο σημαντικό πράμα, τα τσιμεντένια παπούτσια δεν είναι όμορφα κ.λπ.).