Έκφραση που σημαίνει ότι διπλώνομαι, συρρικνώνομαι απ' τον πόνο, από την ταλαιπωρία, από αρρώστια, από εξασθένηση, από κακουχία, από γηρατειά κλπ.
Από το τούρκικο kat (πτυχή).
Συνώνυμη έκφραση: διπλώνομαι στα δύο απ' τον πόνο.
Έφαγε μια μπουνιά στη κοιλιά κι έγινε δυο κάτια.
Δε με βλέπεις πως γέρασα, έγινα δυο κάτια τώρα.