Απρόσεκτη, άσκεφτη, απερίσκεπτη ενέργεια.
Εκ του κουτουρού, που είναι καταχωρημένο αλλά ο ορισμός του δεν είναι, νομίζω, πλήρης. Κάνω κάτι στα κουτουρού, δηλαδή κάνω κάτι διακινδυνεύοντας το αποτέλεσμα ή μη δίνοντας σημασία στην έκβαση της πράξης μου
Ήταν μεγάλη κουτουράδα να βγεις από το Στοπ χωρίς να κοιτάξεις!
(αυτό δε σημαίνει ότι τράκαρε αλλ' ότι το διακινδύνευσε).