Εναλλακτικά, το αντρικό μόριο.

Όρος που ακούγεται στους κύκλους της υψηλής κοινωνίας και χρησιμοποιείται με ερωτικό υπονοούμενο από τους καπνιστές για να μην καρφωθούν και εκτεθούν από το πρόστυχο μυαλό-στόμα τους.

- Δοκιμάστε αυτό το πούρο κυρία μου, έχει μια ιδιαίτερη γεύση.
- Κύριε Γιώργο με κακομαθαίνετε..
- Δοκιμάστε το κανονικό γιατί μετά σας φύλαξα ένα πούρο με φλέβες για το σπίτι..

(από perkins, 08/06/10)(από perkins, 08/06/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο πέοντας, ειδικά όταν μιλάμε για πίπα.

Κλασική βλαμμενιά των ογδόνταζ, άρα πια μπαμπαδισμός.

- Τσιγάρο;
- Μπα, ευχαριστώ, δεν καπνίζω.
- Πούρο με φλέβες, καπνίζεις;

(Σημ: θα μπορούσε να είναι γκουζγκουνιά αυτό. Έλα όμως που ήταν κρυόκωλο αστειάκι του κάθε πέφτουλα της κιτσοδεκαετίας αυτής...)

Το λήμμα αναφέρεται στην dorsal vein του σχεδιαγράμματος (από allivegp, 21/03/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αστείος προσδιορισμός για το πέος. Χρησιμοποιείται σε υπονοούμενα για στοματικό σεξ.

-Βγήκα χτες με την Ελένη. -Ποια ρε αυτή τη σνομπ που καπνίζει μόνο ακριβές μάρκες τσιγάρων;
-Ναι, αλλά χτες κάπνισε και πούρο με φλέβα!

Συνώνυμο: πούρο φλεβάτο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία