Χρησιμοποιείται μόνο στον αόριστο. Λέξη πολλαπλής χρήσεως.

Περίπου συνώνυμη του πλετήκωσα αλλά με πιο παθητικό περιεχόμενο. Εκφράζει συνήθως δυσφορία, αλλά όχι απαραίτητα.

  1. Κάθε μέρα φακές... Ερέντηρα πιαααα...

  2. Πήγες που πήγες μέχρι τη Χιο... Ερέντηρες τουλάχιστον;

βλ. και έγκωσα, πλετήκωσα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία