Σημαίνει εξουσιάζω κάποιον κρατώντας τον σε θέση υποτέλειας και εξάρτησης. Δεν ξέρω αν η φράση είναι παλαιά, στο λεξικό δεν την είδα, και είναι δύσκολο να το διαπιστώσω. Βεβαίως υπάρχουν παλιές φράσεις με παρόμοιο νόημα, όπως τον έχω στο τσεπάκι μου. Αλλά σε τέτοιο αηδιαστικό σημείο η ελληνική κοινωνία δεν ξέρω αν είχε ξαναπεριέλθει, κι εμένα που με βλέπετε η φράση μού φαίνεται νεόκοπη. Μάλλον προκύπτει από εκφράσεις όπως η προηγούμενη με το τσεπάκι, και παρόμοιες (π.χ. έχω κάποιον στο χέρι ή του χεριού μου, έχω κάποιον πελάτη κ.α. ). Αλλά και - κυρίως - από γενικευμένη χρήση της χαριτωμενιάς το 'χω, γιατί πόσο αθώο και ωραίο είναι να λες στον άλλο ότι το' χεις, και μετά ότι τον έχεις, ότι είσαι υπέρτερος, ότι τον έχεις από κάτω, π.χ. στο τάβλι, στο ένα, στο άλλο...; Τώρα τον άλλο γενικώς τον έχουμε, στη δουλειά (τον εκμεταλλευόμαστε στυγνά), στο δικαστήριο (θα τον γαμήσουμε), στα τυπικά προσόντα (δε θα μας κουνηθεί εμάς), τον έχουμε στο κινητό, τον έχουμε δει να κερατώνει τη δικιά του, τον έχουμε γενικώς. Και τον εκβιάζουμε λιγουλάκι άμα λάχει.

Αφού το σύστημα της λαμογέ πελατοκρατείας και αλληλοβόλεψης μας τελείωσε και η πίτα περιορίστηκε, το ζήτημα πλέον δεν είναι αν μπορεί ο άλλος να σε φτιάξει, αυτό δεν το μπορεί πια... αλλά τουλάχιστον να μη σε δώσει, εφόσον προηγουμένως σε έχει - και όλους κάποιος κάπου μας έχει, ξέρετε τώρα εσείς . Ο καλούτσικα εξισορροπημένος εκβιασμός είναι η κόλλα που μας συνέχει στη νεοφιλελέ μαλακία που ενέσκηψε. Ανθρώπινο πάρε, έχε, κράτα, δώσε. Γι' αυτό και της φράσης έχει γενικευτεί η χρήση της.

Από το πικρόχολο λημέρι μου θυμάμαι ότι αναρωτιόντουσαν πολλοί «Ω! μα πώς και ο αντιμνημονιακός Σαμαράς το γύρισε»; Κάπου τον κρατάνε (συνώνυμο αυτό), λέγανε ορισμένοι. Κάπου τον έχουνε. Για το γερμανό μεταφραστή, το κάπου δηλώνει το σημείο που προσαρτώνται τα νήματα της εξάρτησης, του εκβιασμού, της υποτέλειας.

Κοίτα, μέχρι αύριο τα θέλω, αλλιώς πρόσεξε γιατί σ' έχω...

(από σφυρίζων, 30/01/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε