Σλανγιωτατισμός του ποιητού Ανδρέου του Εμπειρίκου διά να δηλώσει καταπιόλαν την πουτσοστραγγίχτραν ήτοι Σβετλάναν την Χυσοκαταπίνοβαν, άλλως ειπείν την ερωμένην ήτις καταπίνει σύνολον το ερωτικόν γλεύκος του εραστού της μέχρι τελευταίας ρανίδος. (Το ίδιον ισχύει και για ερώμενον- κόρην). Ο όρος φαίνεται ότι υπάρχει και στη ζωολογία για να δηλώσει ζώα που τρέφονται με καρπούς και σπόρους/ σπέρματα. Μάλιστα δεν πρόκειται για καθαρευουσιανισμό αλλά για γνήσιο αρχαϊσμό, αφού τα σπερματοφάγος και σπερμοφάγος τα συναντούμε λ.χ. στον Σέξτον Εμπειρικόν, τον Διόδωρον, ακόμη και στον εκκλησιαστικό Πατέρα Γρηγόριον Νύσσης. Πάντως η απόδοση της συγκεκριμένης σεξουαλικής σημασίας σε μια αρχαία λέξη από τον χώρο της Βιολογίας ανήκει στον Ανδρέαν Εμπειρίκον (ενώ γουγλίζεται ακόμη μία φορά με το ίδιο σημαινόμενο).

  1. Ἡ φιλήδονος κυρία δὲν ἄφησε νὰ τῆς διαφύγηι οὔτε μία σταγὼν ἀπὀ τὴν λιπαρὰν κρέμαν ποὐ ἤντλησεν ἀπὸ τὴν χονδρὴν ψωλήν. Ἐν μέσωι γλυκύτατων ποππυσμῶν καὶ πλαταγισμῶν τῶν χειλέων της, ἡ ὡραία λαίδη κατέπιε με λαιμαργίαν μέχρι καὶ τῆς τελευταίας σταγόνος τὴν πλούσιαν προσφορὰν τοῦ Ἀνδρέου. Οὗσα ὅμως ἐξαιρετικὰ λάγνος καὶ μάλιστα ὄχι μόνον ἔνθερμος φίλη τῆς ψωλῆς ἀλλὰ καὶ ἐξ ἴσου θερμὴ σπερματοφάγος, δὲν ἀπέσυρε τὰ χείλη της ἀπὸ τὴν δονουμένην εἰσέτι εἰς τὸ στόμα της ὑπερεξωγκωμένην πούτσαν. Ἦτο φανερὸν ὅτι ἤθελεν νὰ τὴν ἐξαναγκάσηι νὰ τῆς δώσηι έν συνεχείαι καὶ ἄλλον ψωλοχυμόν, καὶ ἐξηκολούθησε καὶ μετὰ τὴν πλήρη κατάποσίν τῆς πρώτης δόσεως τὴν τρυφερὰν πεολειχίαν. (Μέγας Ἀνατολικός, Τόμος 7, σ. 101-102, σημειωτέον ότι ο πρωταγωνιστής της σκηνής Ανδρέας Σπερχής είναι το alter ego του ποιητού).

2. εκτος απο σπερματοφαγος ειναι και κοπρολαγνος ο γιωτομορτης τυπε;

επιστημονική ορολογία (από Rebelais, 04/02/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία