Στα καλιαρντά είναι το γλυκό, η ζάχαρη, το ζαχαρωτό, πιθανώς εκ του γαλλικού sucre= ζάχαρη. Κατ' επέκταση, ό,τι είναι γλυκό.

Τζασλή για το σουκρό μου,το χορχορότεκνο το πανθηράκι πανούθε γκούρμπαντος είναι ή θεοκάλιαρντος; ισάντες κουελοσφαλάετε για φακιροπίπιζες και φλοκαρίσματα ή μόνο ροσολιμαντέ; Αβέλω νάψες και δικέλω λούγκρες ολούθε... (Από μπενάβοντα την καλιαρντήν σε μπουρδελοσάη).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία