Στα καλιαρντά σημαίνει κοιμάμαι εκ του κουέλω που σημαίνει βλέπω (εξελιγμένος τύπος του δικέλω < dik= κοίτα στη ρομανί <dikhel =βλέπω, κοιτάζω, επιθεωρώ), δηλαδή με λίγα λόγια σφαλίζω τα μάτια και κοιμάμαι.

έτσι γίνονται αυτά τα κόλπα

Κατ' επέκταση σημαίνει και ονειρεύομαι.

  1. Λούμπα γλίτσας κουελοσφαλάει στοά...καγκελοκερικεντέ και Lucky Strike....
  2. Τζασλή για το σουκρό μου,το χορχορότεκνο το πανθηράκι πανούθε γκούρμπαντος είναι ή θεοκάλιαρντος; ισάντες κουελοσφαλάετε για φακιροπίπιζες και φλοκαρίσματα ή μόνο ροσολιμαντέ; Αβέλω νάψες και δικέλω λούγκρες ολούθε... (Αμφότερα από διαφορετικά μπουρδελοσάη).

αυτό

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία