Καμία σχέση με το λάσο του καουμπόη που παραπέμπει εκεί για πολλούς. Το "λάσω" αυτό γράφεται με ωμέγα, είναι σλανγκιά που προέρχεται από τα βάθη του χρόνου και είναι λέξη του μητάτου (μικρό σπιτάκι που χρησιμοποιείται ως κατοικία του βοσκού στα όρη και ως τυροκομειό, στην ακτίνα βοσκής των οζών του) και τση βοσκικής ζωής και ακούγεται στα ορεινά τση Κρήτης. Προέρχεται από το συμφυρμό της προστακτικής "έλα" και του επιρρήματος "έσω" από τα ύστερα μεσαιωνικά βυζαντινά (έλα έσω>ελά'σω>λάσω) και είναι λέξη σχεδόν επιφωνηματικής χρήσης, καθώς με αυτήν οι μητατζήδες φωνιάζανε στα πρόβατα να μπούνε μέσα στη μάντρα μετά τη βοσκή τωνε.

Άλλες φορές ο μητατζής κι ο μαντρατζής είναι διαφορετικά πρόσωπα που έχουν ξεκαθαρισμένες τις ποιμενικές τους εργασίες. Ο ένας ασχολείται αποκλειστικά με το πήξιμο του γάλακτος και όλες τις διεργασίες που μας δίνουν τα γαλακτοκομικά προϊόντα και ο άλλος με την περιποίηση των ζώων, δηλαδή βοσκή, άρμεγμα κούρεμα και σφάξιμο. Πολλές φορές μπορεί να υπάρχει συνεργασία αφού και οι δυο ασχολούνται με την ίδια παραγωγική μονάδα (κοπάδι) ή και με εναλλαγές ρόλων. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως για το τελευταίο αποτελεί η γνώση που χρειάζεται για τις τυροκομικές εργασίες να τις κατέχουν κι οι δυο. Η λέξη σημαίνει "έλα μέσα" και ακούγεται και από τους δυο, αναλόγως ποιος επιτελεί το ρόλο του βοσκού κάθε φορά. Ο φόβος μην υπάρξουν απώλειες σε έμψυχο υλικό και η έγνοια, οδηγεί τους βοσκούς να απευθύνονται άμεσα στα πρόβατα που αυτό δείχνει και τη φροντίδα προς την εργασία τους και τη συνειδητοποίηση ότι από αυτά προέρχεται η δική τους επιβίωση και έτσι τα υπολογίζουν απευθυνόμενοι σε αυτά με προστακτικές της αληθινής γλώσσας κι όχι μόνο με ηχομιμητικά καλέσματα (εκ των οποίων αμφότερα σκοπίμως έχουν στρόγγυλη και απλή άρθρωση συνοδευόμενη με οξεία και κόφτη φωνή και τις αντίστοιχες κινήσεις του σώματος ώστε να επικοινωνηθεί το μήνυμα - εντολή προς τα ζώα). Επίσης αυτό καλύπτει υποτυπωδώς και την ανάγκη τους για επικοινωνία με κάτι έμψυχο, καθώς πολλές φορές περνούν και μήνες ολόκληρους στα βουνά μακριά από τις οικογένειές τους ξεκομμένοι από τους υπόλοιπους ανθρώπους, σε κακοτράχαλος και απρόσιτους δρόμους και τόπους.


- Πρρρρρρρρ!.... Λάσω, λάσω μ'ρέ!
- Ποιος είναι π' αλυχτά σα ν-το σκύλο;
- Ο μπάρμπα Μαθιός και γαέρνει με το κουράδι στη γ-κούρτα (=μάντρα). Εδά να ν-τ'αρμέξει θέλει...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία