Γρουμπούλι = Ο σβώλος, το σπυρί.

Παράδειγμα: Εβγαλα ενα γρουμπούλ' στου κώλομ' .

Να ιδώ....

Τι γκουρλώνς ωρέ τα μάτια σ΄;

Σα απ΄ γρνόπετσο ίν΄ Γιώρ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε