Κομφετί = διάρροια, κόψιμο.

- Πώπω μάγκα, με πήγε κομφετί.
- Άσε ρε φίλε, πολύ κωλοκατάσταση...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία