Κυριολεκτικά, αυτός που χύνει πολύ. Μεταφορικά λέγεται με ειρωνεία για να χαρακτηρίσει άτομα που το παίζουν γαμιάδες, μάγκες, αρχηγοί κτλ. Το επίθετο πιθανόν να προέρχεται από τις λέξεις χύσια και αμολάω ή, κατά μιαν άλλην άποψη, από το παλιό κόμικ Τιραμόλα. Οι γλωσσολογικές μελέτες δεν έχουν αποφανθεί ακόμα με σιγουριά...

  1. - Τι είναι αυτός ο Peter North* ρε συ; Μία ώρα χύνει, τις ασπρίζει τις γκόμενες! - Χυσαμόλας, όχι μαλακίες!!
  • Κλασικός αστέρας εκπαιδευτικών ταινιών, με πλούσια παραγωγή στον χώρο της έβδομης τέχνης.
  1. - Λοιπόν εγώ τη μικρή θα τη γαμήσω, κι ο γκόμενός της να πάρει τον πούλο... Άντε μην τον γαμήσω και αυτόν! - Σιγά ρε χυσαμόλα, κατούρα και λίγο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία