Το υγρό μέσα στο οποίο συντηρείται η φέτα (τυρί) και λέγεται πού αλλού; Στη Λάρ'σα!

- Θεία, τί να την κάνω 5 κιλά φέτα που μου έφερες; Θα μου χαλάσει.
- Βάλ' το στο γάρο κορτσούλι μ'!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το τσιγαριλίκι. Απαντάται και ως γάρο (ουδ.)

- Να στρίψουμε καναν γάρο μπας και σκεφτούμε καλύτερα την υπόθεση;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γάιδαρος, ο. Τοπικός χαρακτηρισμός από την Κάσο.

Όπως λέει και ένα κασιώτικο παραδοσιακό τραγούδι, «ρίχνω του γάρου άχυρα».

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ίδιο και στην Κύπρο...

Ίντα γάρος εν τούτος;

Τζιπρεϊκος γάρος (από GATZMAN, 27/09/10)

Δες και γάρος στο cySlang.com.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Καρύκευμα με βάση τα εντόσθια ψαριών

Το ψητό ψάρι και ο γάρος είναι του ψωμιού ο χάρος. Το έλεγε ο παππούς μου με καταγωγή από το νησί του Μαρμαρά στην Προποντίδα.

https://www.archaiologia.gr/blog/blogs/ο-αρχαιοελληνικός-γάρος-και-η-ταϊλανδ/ https://el.m.wikipedia.org/wiki/Γάρος_(καρύκευμα)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε