Ο μυγιάγγιχτος, ο εύθικτος, ο τρυφερός, που θίγεται, ή στραβώνει, ή χαλιέται με το παραμικρό. Προέρχεται από τις σικάτες, κομψές κυρίες που σηκώνουν τη μύτη και γυρίζουν την πλάτη σε οτιδήποτε εκτός κύκλου τους.

- Σιγά μην έρθω εκεί μέσα.
- Σώπα μωρή κυρία που δε θα 'ρθεις. Θα 'ρθεις και θα γουστάρεις κιόλας!

Σύγκρινε με γκόμενα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Ο γκέι.

  2. Τον παλιό καιρό, «κάνω την κυρία» σήμαινε κλέβω πορτοφόλια.

  1. Σιγά μην την πέσει ο Αμπεμπαμπλόμ στο Μαράκι, αυτός είναι κυρία από τις λίγες!

  2. Κάτω στα Λεμονάδικα έγινε φασαρία, δυο λαχανάδες πιάσανε που κάναν την κυρία.

(από Khan, 04/02/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κυρία είναι η κοκαΐνη, σε αντιθετική παραδειγματική σχέση προς την πουτάνα, που είναι η ηρωΐνη. Η κυρία είναι για φραγκάτους αριστεροκράτες μεγαλομπουρζουάδες τρε κομιλφό, ενώ η πουτάνα είναι για τα τελειωμένα ζάκια της πλατείας Εξαθλίων, που ζητούν κατοστάρικο για να πάρουν τυρόπιτα.

Η κυρία στα σαλόνια, η πουτάνα στα λιμάνια!

(από electron, 14/02/10)τίποτα δεν πάει χαμένο... (από HODJAS, 17/02/10)

Τροποποιημένος ορισμός.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία