Αναφέρεται στην οδηγία κατά την οποία η συνουσιάζουσα καλείτε να αρπάξει το ανδρικό μόριο για το οποίο για άγνωστο λόγο ο κατέχων νιώθει υπερήφανος.

Χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά από γεωργό ο οποίος τα μπέρδεψε με την τσάπα και προσπάθησε να οργώσει το χωράφι με την τσαπού.

Η ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ και το ΕΣΟΥΡΟΥ απαγόρεψαν σχετικές αναφορές και παραδείγματα. Την ως άνω αναφορά προσπαθεί να μεταφράσει και το Γερμανικό υπουργείο Οικονομικών.

(από Khan, 15/04/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άλλος τρόπος για να πει κανείς πάρε τον πούλο, με το τσάκα να βγαίνει από το τσάκωσε (=πάρε) και την τσαπού να είναι τα ποδανά για το τρίτο το μακρύτερο. Σημαίνει πάρ' τ' αρχίδια μου, αλλά και επιθετικότερα άντε γαμήσου ή σπάσε.

Πολλές φορές χρησιμοποιείται και σαν σύνθημα: τσάκα την τσαπού, ολέ ολέ!

  1. - Άντε, θα παίξεις τάβλι; Μια ώρα κάνεις να ρίξεις!
    - Εξάρες, κέρδισα! Τσάκα την τσαπού!
    - Φτού!...

  2. (Ζευγάρι φλώρου-υπεργκόμενας περνάει, κάποιος κοιτάζει τα μπούτια της γκόμενας και ο φλώρος ζητάει τα ρέστα)
    - Τι κοιτάς ρε, θέλεις τίποτα;
    - Τσάκα την τσαπού φιλαράκι γιατί θα βρέξει σφαλιάρες!

(από notheitis, 15/05/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε