Τσαμπουκάς, μανούρα, χειροδικία και λογομαχία.
Ψυχοφθόρα και κοπιαστική κατάσταση προκαλούμενη από κατά συρροή σπασαρχίδες.
(μεταφορικά) Συνουσία με πολύ μπαλαμούτι εκατέρωθεν, το τέρας με τα τέσσερα πόδια και τις δυο πλάτες.
- Τι έγινε κι είσαι έτσι ρε Αντώνη;
- Άσε, μου 'κανε πάλι ένα μανικουλέ ο γείτονας για το πάρκινγκ, στο τέλος θα σκοτωθούμε, θα με θυμηθείς.- Τι μανικουλές κι αυτή η απογραφή ρε φίλε να πούμε, κάθε τέλος του μήνα.
- Πω πω φίλε με κοιτάει κι αυτή, θα γίνει μανικουλές σου λέω, το αιστάνομαι!