Η καλύβα ή πρόχειρο υπόστεγο, φτιαγμένο με κλαδιά, άχυρο ή καλάμια. Το πρόχειρο σπιτάκι ή κατάλυμα.
Η λέξη προέρχεται από τα τουρκικά [τουρκ. çardak -ι]. Συχνά χρησιμοποιείται ως υποκοριστικό, βλ. τσαρδάκι.
Ουδεμία σχέση με τον ουγγρικό χορό τσάρντας.
Καλώς ήρθες στο τσαρδί μου! Βλέπεις, δεν είναι τίποτα το ιδιαίτερο, απλό και φτωχικό. Το αγαπάω όμως και νιώθω ωραία, δε θα το άλλαζα ούτε με παλάτι.