Η κατ' εξοχήν ασχολία του μπινέ (εκ του τουρκικού binmek (=«καβαλικεύω»), του ωραίου αυτού τυπάκου που και τον παίρνει και τον δίνει (πονάς Μανωλιό; πονάνε ρε τα παληκάρια;). Αυτή η απρόβλεπτη συμπεριφορά του μεταφορικά περιγράφει εκείνες τις αψυχολόγητα κακές ενέργειες που κάνει κάποιος και δεν ξέρουμε από πού μας ήρθε.

Στην σχετική κλίμακα μέτρησης μεγέθους τοιούτων συμπεριφορών, η μπινιά κατέχει περίοπτη θέση, πάνω από την πουστιά, την πουτανιά που περιέργως δεν υπάρχει ακόμη καταγεγραμμένη και τέλος την πουτινιά, με την αυτή φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας.

- Δεν το περίμενα αυτό ρε πούστη μου... - Ε, είσαι μαλάκας. Φαινόταν απ' την αρχή ρε Πέρι.
- Μα να μου κάνει τέτοια μπινιά η Λίλιαν; Η Λίλιαν;
- Ναι ρε σκατόγερε, σιγά μη καθόταν κι άλλο το μωρό με τη μούρη σου...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία