Το είδος φιλιού, στο οποίο επιδίδονται τα βαμπίρ, χρησιμοποιώντας τους κυνόδοντες, για να ρουφήξουν, ή έστω για να ανάψουν λίγο τα αίματα. Το θεωρούν πολύ σέξι και οι γκοθάδες και γκοθούδες. Η λέξη σχηματίζεται αναλογικά προς το γλωσσόφιλο. Αν σχηματιζόταν αναλογικά προς το χυσόφιλο, θα λεγόταν «αιμόφιλο», ενώ αν προς το γαλλικό φιλί, θα λεγόταν «καρπαθικό φιλί».

Ο κόμης Δράκουλας μάγευε τις ερωμένες του με τα αισθησιακά του κυνοδοντόφιλα.

(από Khan, 15/11/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία