Χρσιμοποιείται και ως αντιδιαστολή με το αξιολάτρευτη ή αξιαγάπητη. Αν η γυναίκα κριθεί ως αξιολάτρευτη αλλά όχι αξιαγάμητη, σημαίνει ότι είναι εντελώς απορριπτέα.

- Γνώρισα τη Χ, πολύ καλή κοπέλα!
- Αξιολάτρευτη ή αξιαγάμητη;
- Δυστυχώς απλά αξιολάτρευτη!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συμπίπτει απόλυτα και με το γνωστό φάκαμπλ, εξ ολοκλήρου αγγλικό, εκ των fuck και την κατάληξη -able.

- Τσέκαρε εκεί ρε απέναντι αυτά τα γκομενάκια!
- Ε όχι ρε φίλε είπαμε!
- Γιατί ρε μαλάκα σε χάλαγαν; Μια χαρά φάκαμπλ τις κόβω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συναντάται και με την έκφραση: γαμησάμπλ (με γαλλική προφορά), από το ελληνικό γαμήσι και το γαλλικό -able.

Δεν είναι και χάλια γκόμενα. Είναι γαμησάμπλ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απαντάται κυρίως στο θηλυκό γένος και αναφέρεται σε γυναίκα που περνά τα -συνήθως χαμηλά- στάνταρ του ανδρός.

- Η Μαρία θα φέρει και μια φίλη της το βράδυ.
- Καλή;
- Αξιαγάμητη!

Βλ. και γαμισάμπλ, κρεβατάμπλ, γαμήσιμος, ευγάμητος

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία