Επίσης είναι η γκόμενα η οποία έχει πολύ μεγάλο κώλο και (στις περισσότερες των περιπτώσεων) σέξι για τους αρσενικούς παρατηρητές.

- Πωπω ρε συ, κοίτα μια φακλάνα!
- Δεν θα με χάλαγε να την είχα για ένα βράδυ... Ωραία κορμοστασιά...

να τι λέει ο τζιμάκος για το τέρας  (από elias_petropoulos, 13/05/11)φακλανες λαμβανουν ευλογία από κενυάτη ιερέα στην παραλία (από parofilol, 04/12/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Επικρατεί μια πολυφωνία απόψεων για τις ρίζες της λέξης. Ίσως κατά μια εκδοχή είναι σύνθετη λέξη από τις αγγλικές fuck(γαμάω) & lane(σοκάκι). Μας την άφησαν παρακαταθήκη μετά την κατοχή τα Αγγλικά στρατεύματα. Η καλντεριμιτζού. Κατά μία άλλη άποψη η λέξη φακλάνα υπήρχε στην Ελληνική γλώσσα μιας και η λέξη αναφέρεται και πριν το 1900 και χαρακτηριστικά σε ποίημα του σατυρικού ποιητή Γεωργίου Σουρή, το «Τραμπουκολόγιον»:

« [...]μὰ σοὔχει ἡ φακλάνα στὴ μέση μιὰ χωρίστρα,
σοῦ ἔχει κἄτι φρύδια καὶ κἄτι μαῦρα μάτια![...] »

Λέγεται δε ότι η λέξη είναι τόσο παλιά που μάλιστα προϋπήρχε στην Ελληνική γλώσσα από τους μεσαιωνικούς χρόνους.

  1. Η έννοια με την οποία χρησιμοποιείται στις μέρες μας (η οποία διαφέρει κατά πολύ). Κατέληξε να σημαίνει την χοντροκώλα, την έχουσα πληθωρικό κώλον γυναίκα και έντονες καμπύλες. Το νταρντανοchubby ή/και BBW. Ενίοτε και το μπάζο.

  2. Με την κατάληξη -ς,(Φακλάνας, ο), αρσενικό. Για άντρες χοντρούς και ίσως και θηλυπρεπείς (χοντροί λούγκρες, τσάτσοι σε μπουρδέλα βαρέων βαρών κ.α.).

1 & 2. - Ωραίο πρόσωπο το Λιζάκι έτσι; - Ωραίο πολύ αλλά και το Λιζάκι πολύ φακλάνα ρε παιδί μου.

  1. - Τί μας είπε ρε; Να φύγουμε και να ξαναγυρίσουμε σε κανά μισάωρο ο τσάτσος γιατί η ταναπού δεν είναι έτοιμη; - Ρε γάμησέ τον τον φακλάνα. Πάμε απέναντι.

(από Mpiliardakias, 10/04/14)(από Mpiliardakias, 10/04/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η πολύ άσχημη και χοντρή γκόμενα.

Πώς είσαι έτσι μωρή φακλάνα γαμώ το κερατό σου;;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Να εκεί οι φακλάνες στήσαν φακλανοπήγαδο

ο όρος εντοπίζεται ήδη από τον 11ο αιώνα (προφανώς είναι αρκετά αρχαιότερος καθώς από το κείμενο φαίνεται ότι η καθομιλουμένη σατιρική γλώσσα ήταν πλήρως εξοικοιωμένη με τον όρο), και συνδέεται με το βυζαντινό ''φακλήν'', που το λεξικό Γουδία ερμηνεύει ως ''καλώς φαίνειν΄΄, όπως το φατλήν ως ''τηλόθεν φαίνειν''. άρα το φακλήν αφορά την κοκκέτα, τη γυναίκα (αλλά και άνδρα όπως θα δούμε) που ήθελε να φαίνεται όμορφη , ίσως με την έννοια της ματαιοδοξίας. Όντως, στην ''Ακολουθία του Σπανού'' αναφέρεται σατιρίζοντας :

''Σπανὲ πονηρὲ καὶ καρδία σατανᾶ καὶ λύκου γνώμη, τὰς τρεῖς σου τρίχας, ταπεινέ, ἃς ἔχῃς εἰς τὸ πιγούνιν ἀπὸ κακὴν ῥοπὴ τοῦ κώλου μας, σπανὲ ἀναχεσομούσουδε καὶ φακλανοπορδοτσουφάτε''

και αλλού πάλι,

''ἔτι δὲ καὶ ἀβγοπίγουνος καὶ κολοκυνθοκέφαλος καὶ μυρμηγκοσφόνδυλος καὶ δρεπανόραχος, ἀναχεσομύτης τε καὶ φακλανάτος, μᾶλλον δὲ καὶ εἰς τὸν κῶλον στυφάτος, ὄνομα δὲ τούτῳ ἦν Φατσιρλέας, ὁ υἱὸς τοῦ Φάσκατα,''

και το εκπληκτικό

''Στυφάτος εἰς τὸν κῶλον, βιλλάτος, φακλανάτος, σπανὸς τραγοσκελάτος.''

και αφού έχει ρίξει τις ''ευχές'' του (το έργο είναι γραμμένο με βάση την εκκλησιαστική ακολουθία με πλάγιο ήχο κτλ) , αναφέρει:

''Ἡμεῖς, ὅ τε παπὰ–Φιλίσκος ἀπὸ τοὺς Φιλίππους ἔτι δὲ καὶ <ἡ> κυρὰ Κουμμερτικίνα ἡ Κατσικοπορδοὺ ἀπὸ τὴν Ἀσφάμιαν, παπαδία του, παραδίδομεν εἰς τὸν γαμβρὸν ἡμῶν κὺρ Λέοντα τὸν Κατσαρέλην ἀπὸ τὴν Πέργαμον τὴν γνήσιαν ἡμῶν καὶ φιλτάτην θυγατέρα ὀνόματι Φακλάνα''

και ορίστε και ο επίλογος του σατιρικού αυτού ποιήματος, άγνωστο σε πολλούς Έλληνες :

''Σαββάτον σαββατώνω τον, σκάπτω λάκκον, βάνω τον, κατουρῶ καὶ ἀλείφω τον, χέζω καὶ θυμιάζω τον, Τρία ξυλοκέρατα εἰς τὸν τάφον σου. Ἐγὼ παπάς, εἰς τὰς εἴκοσι ἐννέα τοῦ Φακλανοῦ μηνὸς κάμνω σε μνημόσκυλον, φέρνω παπὰ γύφτικον, ψάλλει, θυμιάζω τον τὴν πορδήν μας λίβανον, σκατὰ εἰς τὸν τάφον του καὶ πηλὰ εἰς τὰ γένια του. Καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας. Τέλος.''

(Προσαρμογή από διαδικτυακό σχόλιο του Πάνου Λιούκα)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε