Έχεις δίκιο, το ζητάς και δεν το βρίσκεις. Πας για μαλλί και βγαίνεις κουρεμένος:

...ξαφνικά ο αντικειμενικά κακός της ιστορίας σου εμφανίζει επιχειρήματα από το πουθενά, τόσο πειστικά, που ενδεχομένως πείθει ακόμα και σένα ότι αυτός έχει το δίκιο. Και εκεί που 'χεις το πάνω χέρι στη συζήτηση και πιστεύεις ότι θα έχει θετική έκβαση για σένα (σ.ς. και είσαι έτοιμος να γαμήσεις και να δείρεις μια και έχεις δίκιο και είναι η ευκαιρία σου για επικράτηση σε αυτό τον ανταγωνιστικό κόσμο), ξαφνικά βρίσκεσαι στην δυσάρεστη κατάσταση να απολογείσαι για τα αυτονόητα.

Εμ σε έψησε, εμ σε γυρνάει να ψηθείς κι από την άλλη. Εν ολίγοις, φέρνει την κατάσταση τούμπα, όπως ακριβώς γυρνάει ένας ψήστης τα μπιφτέκια να ψηθούν και από την άλλη πλευρά. Τούμπα τα μπιφτέκιααα.

Είναι μια εντελώς ενοχλητική κατάσταση (όταν το παίρνεις χαμπάρι τι παίχτηκε) γιατί μένεις μαλάκας, αλλά αν κάποια στιγμή ξεκολλήσεις καταλαβαίνεις το παράλογο του θέματος. Σε αυτή την περίπτωση τα παίρνεις στο κρανίο με τον άλλο και με τον εαυτό σου επίσης. Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση να μην το πάρεις χαμπάρι, οπότε ψήστης ρουλζ (βλ. παράδειγμα).

Ομάδες υψηλού κινδύνου ως λεκτικοί ψήστες είναι κατά κύριο λόγο:

  • δικηγόροι
  • ζώδια του αέρα που το 'χουν το μπίρι-μπίρι (υδροχόοι, δίδυμοι και ζυγοί)
  • γυναίκες (γενικώς το 'χουν λίγο παραπάνω οι γυναίκες γιατί αναντάμ παπαντάμ ο αγώνας προς επιβίωση σε ανδροκρατούμενες κοινωνίες τις έχει κάνει να ξέρουν να ελίσσονται)
  • πούστρες (ομοίως με παραπάνω)

Η Τασούλα είχε μια δύσκολη μέρα. Γυμναστήριο, χαλαρή κουβεντούλα με τον σφίχτη που έκανε διάδρομο απέναντί της, μασάζ προσώπου, μανικιούρ-πεντικιούρ στο σπα του γυμναστηρίου, κομμωτήριο, καφέ με την κουμπάρα της και εξιστόρηση των τεκταινομένων με τον σφίχτη και μετά ψώνια για σέξι εσώρουχα. Γύρισε ξέπνοη στο σπίτι λίγο πριν μπει ο Τάκης κατάκοπος. Παραγγέλνει σουβλάκια. Ο Τάκης αγριεμένος:

-Τι έγινε ρε Τασούλα, πού είναι το φαΐ; Τι σουβλάκια είναι αυτά πάλι; Όλη μέρα είμαι στην οικοδομή και λιώνω με το πιλοφόρι και έρχομαι σπίτι για να φάω σουβλάκια;

Χέρια στην μέση, γλώσσα του σώματος λέει «το νου σου κακομοίρη μου» και γλώσσα του στόματος λέει (χείμαρρος, όλο με μια αναπνοή):

-Α, για άκου να σου πω Τάκη μου, χτες το βράδυ ήθελες γλέντια όλη νύχτα, με ξεθέωσες πάλι, τρεις φορές σου κάθισα, σου δωσα και κώλο, με κοψομέσιασες και τίποτα δεν μου έκανες και έχεις και τα μούτρα τώρα να ζητάς και φαΐ; Τι άνθρωπος είσαι εσύ ρε, παλιοεγωίσταρε, που με είχε η μανούλα μου στα ώπα-ώπα και έπεσα στα χέρια σου να μαρτυρήσω έτσι, να μην εκτιμάς τίποτα. ...και σιγά την δουλειά που έκανες ρε Τάκη όλη μέρα, έρχεσαι και μου το παίζεις θλιμμένος και μου κάνεις σκηνικό γιατί ήθελες να βρεις κι ένα καλό γεύμα, ενώ το μόνο που κάνεις είναι να ανακατεύεις έναν ασβέστη με αμμοχάλικο, την ώρα που εγώ είχα τόσες δουλειές και παρόλα αυτά έτρεχα να βρω να σου πάρω δώρο το σετάκι τα κόκκινα διαφανή εσώρουχα που είδαμε τις προάλλες στην βιτρίνα και καύλωσες, άει σιχτίρι πια εδώ μέσα, βαρέθηκα! (ζμπαμ πόρτα).

Τάκης άναυδος. Τρώει τα σουβλάκια στενοχωρημένος. Την αδίκησε.

Συμπέρασμα: η Τασούλα είναι κορυφαία ψήστρια και τα 'φερε τούμπα τα μπιφτέκια. Τασούλα ρουλζ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία