Το βιομηχανικό τσιγάρο. Το «άδειο»... το «σκέτο»! Είναι αρχοντοσλάνγκ για χασίστες και φουντικούς...

- Δώσε ένα ψεύτη να καπνίσω μέχρι να γίνει το μαντοκου...
- Αρκούδες έχουν τα περίπτερα;;;
- Αρκούδους...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο δονητής, στην νεότερη σεξουαλική αργκό, διότι μέσω αυτού, υπό προϋποθέσεις καλής σκηνοθεσίας, μπορεί να εξαπατήσει ο πεσμένος ανήρ την γυνή, ως προς την επίδοση.

Επίσης, η πολλά υποσχόμενη εμφάνισή του ψεύδεται ότι παρέχει τον απόλυτο οργασμό ενώ δεν συγκρίνεται με τον οργασμό που απορρέει από σύμπραξη αληθινού έρωτα, με αγκαλίτσες και φιλάκια και ζουζουνίσματα.

Δεν είμαι σίγουρος δε εάν είναι και τζιβιτζιλο-αργκό...

Τα παραπάνω απορρέουν από μία σύντομη βόλτα από τα σεξ-σόπ και ουδεμία σχέση δεν έχουν με αληθινά πρόσωπα ή καταστάσεις (πεσμένος, ζουζουνίσματα, κλπ.).

Περιγραφή μεταξύ φίλων: «Μ@$#κα, θες να σου περιγράψω τι έκανα χτες με το πιτσιρίκι; Το ξεφτίλισα... Αφού το έπαιρνα για 2 ώρες χέρια-πόδια μέσα, μετά κουράστηκα, πείνασα και παραγγείλαμε πίτσες... Και αφού ήρθαν οι πίτσες, με το ένα χέρι της έμπηγα τον ψεύτη και με το άλλο έτρωγα πίτσα! Κι αυτό εκεί, καθόταν στον καναπέ μία ώρα και έσπαζε! Ούτε για κατούρημα δε με σταμάτησε!»

Δες και γαμπρός.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο δικηγόρος. Γιατί πάντα φουσκώνει τις υποθέσεις με ψέματα για να ευνοήσει τον πελάτη του.

Έχει προσλάβει κι αυτόν τον ψεύτη και με τραβολογάνε στα δικαστήρια για κάτι μαλακίες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη που χρησιμοποιείται σε γλωσσικές κοινότητες χασικλίδων για να δηλώσει το τσιγάρο που δε διαθέτει μαύρο.

Αν θες ρε φίλε μην ανάψεις τώρα τον ψεύτη. Έχουμε στρίψει μπάφο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε