Όχι πως θα διενοούμην ποτέ να διορθώσω την ΕιρωΝικ, που έχει ήδη φτιάξει το ομώνυμο λήμμα. Αλλά, μιας και σκέφτηκα να ψάξω αν μια φράση που μου 'ρθε στο νου έχει καταχωρηθεί, και δεν τη βρήκα 100% όπως την έψαχνα, είπα να την προσθέσω, εν πάση ταπεινότητι.

Λοιπόν: το απειλητικό «κανόνισε», είτε σκέτο είτε ως «κανόνισε να...», σημαίνει στην πραγματικότητα «κανόνισε να μην» ...κάνεις αυτό που φοβάμαι, γιατί τότε... Π.χ. στη φράση «κανόνισε να της τα πεις όλα» σημαίνει «μην τολμήσεις και της τα πεις όλα».

-Λοιπόν, όπως είπαμε: αύριο έντεκα πλατεία, στο κάτω περίπτερο.
-Ναι.
-Κανόνισε να με στήσεις κάνα σαραντάλεπτο.
-Αφού δεν αργώ ρε μαλάκα ποτέ, κόφ' το τώρα! Μια φορά έτυχε και το 'κανες θέμα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. ταχτοποιώ, οργανώνω, κττ
  2. γαμάω
  3. σκοτώνω
  4. στην προστακτική: απειλώ (χαριτολογώντας ή στα σοβαρά)
  1. α. Τα κανόνισα όλα μια χαρά. Δεν έχεις να φοβάσαι τίποτα.
    β. Κανονίστε να βρεθούμε κάποια στιγμή να τα πούμε από κοντά...

  2. Έμαθα την κανόνισες χθες την Σούλα, ε; Για πε, για πε...

  3. Τι κάνει ρε συ ο Μπάμπης, αυτό το λαμόγιο; Ζει ακόμα ή τον κανόνισε κανείς;

  4. Καλά, κανόνισε να της τα πεις όλα και θα γίνει μαδομούνι εδώ μέσα, μόνο αυτό σου λέω...

για το 2 βλ. και σουλουπώνω

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία