1. Κλητική προσφώνηση που χρησιμοποιείται όταν έχουμε οικειότητα με κάποιον, αλλά όχι τόσο πολύ, ώστε να τον προσφωνήσουμε μαλάκα με την καλή έννοια.

  2. Ανάλογα με τον επιτονισμό μπορεί να πάρει διαφορετικές σημασίες, όπως και εμφατικό θαυμασμό.

Είναι η original generic προσφώνηση που άνοιξε τον δρόμο για τόσες και τόσες άλλες. Λ.χ.:

Τεχνολογικές: Τρισδιάστατε, τριφασικέ, υπερηχητικέ, ανοξείδωτε, αλκαλικέ, ευρυζωνικέ, ασύρματε, υψηλής ευκρίνειας.

Μεταφυσικές: Ανυπέρβλητε, ακατάβλητε, ανύπαρκτε, απόλυτε, υπερβατικέ, απροσδιόριστε, μέγιστε, τρισμέγιστε, κολοσσιαίε, άσπιλε, άμωμε, άψογε.

Συνήθεις: Άρχοντα, τεράστιε.

Χωροχρονικές: Διηπειρωτικέ, διαπλανητικέ, διαγαλαξιακέ, υπερατλαντικέ, υπερπόντιε.

Και πολλές άλλες. Ασίστ: Άψογος acg.

- Τι είπες ρε μεγάλε!
- Ναι, ρε αλκαλικέ!
- Όπα ρε τρισδιάστατε!
(Αντίστροφο βρις-οφ).

Καβουροσλανγκόσαυρος καθώς κλέβει μεζέδες ... (από Vrastaman, 18/03/09)

Σχετικά: αρχηγός, γιατρέ μου, μάστορας, ψηλός

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία