Αυτός που είναι ανάξιος να ονομασθεί, ο επαίσχυντος.
Οι γιαγιάδες αναφέρονται στον διάβολο για να μην τον καλέσουν με το όνομά του. Συνώνυμο και ευρέως διαδεδομένο και εξαποδώ.

Ακατονόμαστο λέμε και τον άνθρωπο τον διαβολικό, τον σατανικό και αυτόν που θα θέλαμε πολύ να μην τον ξαναδούμε ποτέ στα μάτια μας.

  1. Άσ' τα βρε Κική μου. Δύσκολα τα φέρνω βόλτα. Κι εκείνος ο ακατονόμαστος πάλι δεν έδωσε τη διατροφή και πάλι θα τρέχουμε στα δικαστήρια.

  2. Μαρήήή, πάλι σε έβαλε ο ακατονόμαστος και δε λιβάνισες το σπίτι σου;

Ακατονόμαστος (από GATZMAN, 23/03/09)Μου περισσεύουν 3 εκατομμύρια δραχμές: Νταλάρας,  Νταλάρας, Νταλάρας! (από Vrastaman, 23/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία