Κουτσαβακικὴ ἔκφρασις ποὺ σημαίνει ὀργανώνω, στήνω κυβοπαιξία, κοινῶς μπαρμποῦτι καὶ κατ' ἐπέκτασιν χαρτοπαιξία. Ὁ παππᾶς, τὸ περίκο καὶ τὰ παρόμοια δὲν παίζονται σὲ κουβέρτα, ἀλλὰ σὲ ἄλλη, ἀνένδοτη κατὰ προτίμησιν, ἐπιφάνεια. Στοὺς κυριλὲ (καὶ καλά) κύκλους ἡ ἔκφρασις ἀκούγεται ἀναλόγως παρηλλαγμένη: Στρώνω τὴν πράσινη τσόχα.

Προέρχεται ἀπὸ τὸν τονισμὸ τῆς προπαρασκευαστικῆς ἐνεργείας ἀντὶ τῆς κυρίας τοιαύτης.

Ἔλα βρὲ Μανωλάκη νὰ τὰ λιμάρουμε
Νὰ στήσουμε κουβέρτα νὰ τοὺς τὰ πάρουμε...
(Ἀπὸ τὸ ᾆσμα: Ὁ Μανώλης ὁ Χασικλῆς)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Vrastaman

Καλημέρα γίγαντα :-)