Είμαι σκυθρωπός, στεναχωρημένος, απαισιόδοξος, πεισιθάνατος. Συνώνυμα: τα βάφω μαύρα.

Απο τότε που τον παράτησε η γυναίκα με τα παιδιά έχει κατεβάσει μαύρες πλερέζες, ούτε που μιλιέται. Θ' αυτοκτονήσει καμιά μέρα, κι' άιντε, απο 'δώ παν κι' άλλοι...

(από ironick, 15/11/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
poniroskylo

Η πλερέζα, κατά κυριολεξία, είναι το λεπτό μαύρο πέπλο, το μαύρο αραχνοϋφαντο μαντήλι, με το οποίο μια γυναίκα που πενθεί σκεπάζει το κεφάλι και ίσως και το πρόσωπο. Η προέλευση είναι από το γαλλικό ρήμα pleurer που σημαίνει κλαίω.

#2
iron

ρε βίκα, σβήσ' το και ξαναγράψ' το αυτό (χωρίς να χάσεις το μήδι μου...), είναι καλό λημματάκι, κρίμα.

#3
vikar

Δέν σε εννοώ. Γιατί να το σβήσω και να το ξαναγράψω; Αφού ήδη το έγραψα. ούγκ Τρείς βδομάδες διακοπές και νιώθω νέουρας... :-)

#4
Galadriel

Να υποθέσω ότι εννοάει την βαθμολογία που το χει φάει το μαύρο φίδι επειδής είναι παλιόν.

#5
vikar

:-) Δέν πήγε το νού μου καθόλου.

Αλλα τί έγινε όσο έλειπα; Μήπως η βαθμολογία ως έχει, για κάποιους σκιώδεις λόγους, θεωρείται πλέον σοβαρή, θεμιτή, σεβαστή και τέτοια;... χ-Δ Ν' αρχίσω να την κυνηγάω κι' εγώ;...