Το άτομο που έχει φτάσει στο υπέρτατο στάδιο εξαθλίωσης, που έχει κατέβει όλα τα σκαλιά της παρακμής, που δεν έχει στον ήλιο μοίρα.

Η λέξη σημαίνει επίσης κουρέλι.

Άσε τον πέτυχα στο δρόμο, σκέτο παρτάλι είναι ο τύπος...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
kounelos66

Πάρταλος, παρταλιασμένος, παρταλάουα

#2
patsis

Δεν το είχα προσέξει, αλλά αυτή η λέξη λέγεται στα βόρεια και όχι προς τα κάτω. Βλ. και εδώ.

#3
vikar

Έλα ρε! γιά δές... Σωστός. Τη λέξη την ακούω και τη λέω κάργα.

Δηλαδή, άν ο Νικολαΐδης ήταν βόρειος, θα είχαμε «Τα παρτάλια τραγουδάνε ακόμα»;... Που έχει πλάκα, γιατι όπως και στην ταινία με το ρεμάλι, και το παρτάλι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως φιλική προσφώνηση (άν και όχι συχνά).

Να πούμε κι' οτι βγαίνει απευθείας απ' το τούρκικο partal, που σύμφωνα με ονλάιν λεξικά έχει την ίδια κυριολεκτική σημασία, δηλαδή «κουρέλι, παρτάλι».

#4
patsis

Περίεργη ταινία μου φαίνεται από κάτι αποσπάσματα στο youtube. Θα σε χαλάσουν αυτές οι ταινίες φίλε, πρόσεχε...

Παρτάλι είναι η πλέον κατάλληλη λέξη και για έναν τύπο φαντάρου, ημικουρελιασμένου, κρυφοαπείθαρχου, ανεύθυνου και ελαφρώς, αλλά όχι πολύ, γιωτά.

#5
vikar

Μπά, δυστυχώς άργησες με το Νικολαΐδη, έχω χαλάσει εδώ και χρόνια...

Το παρτάλι να πούμε οτι σημαίνει και «εξουθενωμένος, κουρασμένος»:

[I]— Τί χάλια είν' αυτά;...
— Άσε ρε, είμαι παρτάλι, χθές το γάμησα. Μετά τη δουλειά καρφί για πέντε επι πέντε με τα παιδιά, με το που γυρνάω σπίτι βραδάκι σκά η Νίνα ξαναμμένη, σούξου-μούξου μέχρι τα μεσάνυχτα, έ, και για να χαλαρώσω λιγάκι πρίν τον ύπνο, πατάω κι' ένα γουιτσεράκι, εννοείται...
— Ε καλά, εννοείται.
— Ε και έπεσα για ύπνο στις εξίμισι...
— Τώρα είναι οχτώ...
— Γιατί, σου είπα οτι κοιμήθηκα;...[/I]

#6
vikar

[I]«Παρτάλι εμείς λέγαμε το ρούχο που πάλιωσε» είπε ο Μανουήλ.

«Το παλιόρουχο. Ξέρω, είναι τούρκικη λέξη. Όμως και τον ανεπρόκοπο παρτάλι τον φωνάζουν...»[/I]

(Θ. Γρηγοριάδης, «Το Παρτάλι», Πατάκης, 2001)

#7
iron

τι διαβάζεις ρε πστ μου, πιάσε καναν τόμας μαν να ξελαμπικάρεις!

#8
vikar

Κοίτα, όταν ο Μάν γράφει οτι «die Beschäftigung mit der Mathematik ist das beste Mittel gegen die Kupidität», λές κάπου να το γυρίσεις σε κάτι πιό βρόμικο...

#9
deinosavros

Στη θέση σου θα τελείωνα μ' εκείνο το δικτατορικό το συντομότερο...

#10
iron

αχαχααχαχαχαχχαχχχαχααααα!!!!!!! ΑΧΑΧΑΧΑΧΧΑΧΑΑΑ!!!!
ΑΧΑΧΑΧΑΧΧΧΧΑΧΑΑΑ!!!! γράψατε και οι δύο, αχαχαχχχχχ φτάνει!!!!!!!!!!!! έχω γαμηθεί στο γέλιο ρε πστ, απαπααααααααα

ΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΧΑΑΑΑΑΑΑΑ!!!!!!!!!!!

#11
vikar

Ρε δεινό, πολύ γελαδερή δε μας βγήκε αυτή;

#12
deinosavros

Ναι, ποιός ξέρει τι τους ποτίζουν εκεί στις κλασικές σπουδές...

#13
iron

(ιχιχιχιχιχιχχχχιχιχχχχχχχ!!!!!!!!!!)

#14
Galadriel

Κακές παρέες.

#15
vasan

και στα βουλγαρικά υπάρχει το παρτσάλ, δηλαδή κουρέλι, ράκος.

#16
deinosavros

Απ' όσο μου κόβει, απ' αυτά που κοίταξα, πρέπει να υπάρχει κάποια περσική ρίζα par-, που σχετίζεται με την έννοια του κομματιου. Από κεί και τα οθωμ. pare / parce / parca (το -c- με ουρίτσα γμ το πλκτρολμμσ), με αντίστοιχη σημασία, από κεί και το γνωστό γλυκό σεκέρ παρέ (=κομμάτι ζάχαρης), από κει και η φράση γύριζε γεμάτος παρτσάδες (= με τα ρούχα κουρελιασμένα), από διήγημα του Σκαμπαρδώνη.