Προέρχεται από το αρχαιοελληνικό κύσθος, που σημαίνει γυναικείο αιδοίο. Το κύσθος έγινε κύστος (κατά το μισθόςμιστός) και αργότερα, με την εξέλιξη της κυπριακής προφοράς (και με παρετυμολογία από το σχίζω και σχισμή), έγινε σσύστος.

Προφέρεται sheestos.

Είδα τον σιύστον της.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Khan

#2
martinakizzz

Και τον αποπήρανε τον καημενάκο τον τύπο στα σχόλια που το ήξερε Khan!