Δε νιώθεις: δεν ενδιαφέρεσαι, δε σε νοιάζει, αδιαφορείς, δε δίνεις μία, αλλά και δεν καταλαβαίνεις.

Η έκφραση είναι πάντα σε τρίτο πρόσωπο και συνήθως πάει μετά το διαζευκτικό ή, σχηματίζοντας το -κατά βάθος- παραπονιάρικο, "ή δεν νιώθεις..."
Αντίθετα με την κανονική χρήση του ρήματος νιώθω, εδώ δεν υπάρχει αντικείμενο, ούτε προσδιορισμός, πχ νιώθω γελοίος, νιώθω ένα κρύουλο.

'Ακούστηκε' πολύ χάρη στην διαφήμιση του ΟΤΕ τιβί που είχε μεγάλη πλάκα:
δες εδώ

Ι. "Με γουστάρεις ή δεν νιώθεις;" (εδώ)

ΙΙ. εδώ
-Αστυνομία, λέγετε
-Μου κόπηκε το wifi
-Τι λέτε κύριε, αυτά δεν είναι προβλήματα για την αστυν___
-ΡΕ ΜΟΥ ΚΟΠΗΚΕ ΤΟ WIFI ΝΟΙΩΣΕ ΛΙΓΟ

ΙΙΙ. εδώ
«Θα ρθεις να δούμε ΑΟ Τρίκαλα… ή δε νιώθεις»

ΙV. εδώ
«τα λεφτά θα τα βρει από αυτούς που τα χαρίζατε εσείς. Δες τη φωτογραφία του προφίλ σου, για να καταλάβεις. Ή δε νοιώθεις

V. Πως ειναι δυνατον να σε κανουν μπλοκ; Λες παλιοκουβεντες η δεν νιωθεις;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Khan

Δεν το είχαμε!!! Μπράβο που μπήκε.

#2
patsis

Κάτι είχαμε, νομίζω αρκετά κοντά, αν όχι ακριβώς στην ίδια σημασία (οι επαναλήψεις είναι διαφορετικοί ορισμοί): νιώθω, νιώθω, νιώθω, νιώθω, ανιωθίλα, άνιωθος, άνιωστος, άνιωθος, άνιωστος, δεν νιώθω Κάσιους, δεν νιώθω κάστανο.

#3
vikar

Όντως το είχαμε, και επίκειται συγχώνευση ορισμών στο ίδιο λήμμα (αλλ' ακόμα μαθαίνουμε και μείς τα εργαλεία...)

#4
soulto

Το 'Λαϊκόν' είναι ένα σουβλατζίδικο γι' αυτούς που 'νιώθουν' ΕΔΩ