Βλέπω.

- Μόλις με είδε ότι τον μπάνισα από μακρυά, το έβαλε στα πόδια!

Σχετικά: μπανιζοκοζαρίζω, μπανιστηροκάμερα, μπανιστήρι, παίρνω μάτι

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
HODJAS

Και: Καταλαβαίνω

#2
jesus

σωστός χοτζ, αυτό σκεφτόμουνα κ χρειάζεται ορισμό αυτόνομο.

#3
donmhtsos

ἀπ' τὴν ὥρα στὸ λιμάνι ποὺ σὲ **μπάνισα**

Τὸ θαυμάσιο ρεμπέτικο "Ἡ Πειραιώτισσα" τοῦ Γιάννη Παπαϊωάννου σὲ στίχους Κώστα Μάνεση εἶχε (κι αὐτὸ) τὴν περιπέτειὰ του μὲ τὴ λογοκρισία, ὄχι γιὰ ἀναφορὰ σὲ οὐσίες, ὅπως ἦταν συνηθισμένο στὰ προπολεμικὰ ρεμπέτικα, ἀλλὰ γιὰ πολιτικοὺς λὸγους.

Συγκεκριμένα ἡ πρώτη στροφὴ τοῦ τραγουδιοῦ ἀρχικὰ ἦταν:

Ἀπ' τὴν ὥρα στὸ λιμάνι ποὺ σὲ μπάνισα

στὴν καρδιά μου ἔχεις γίνει καπετάνισσα

Τὸ τραγοῦδι φωνογραφήθηκε στὴ περίοδο τοῦ ἐμφυλίου καὶ ἡ λέξη καπετάνισσα θεωρήθηκε ἀπαράδεκτη ἀπὸ τὴ λογοκρισία, ὡς παραπέμπουσα σὲ "ἄλλες" καταστάσεις καὶ γι'αυτὸ ὁ δεύτερος στίχος ἔγινε:

τὴν καρδούλα μου, κυρὰ μου, τὴν ἀφάνισα