Αυτός ή αυτή που πίνει πολύ.

- Μωρό μου, σήμερα είπα στην Ελένη και τον Τάσο να έθουν από δω για κανα χαρτάκι. Λέω να πω και στην Στέλλα. Τι λες;
- Κάνε ό,τι θες αρκεί να μην έρθει πάλι από δω εκείνη η μπεκροκανάτα η Αναστασία και μας πιει πάλι όλα τα ξίδια...

Βλ. και ρούκουνας, τσικουδόχοιρος

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Ο ΑΛΛΟΣ

Ωραίο, ολ τάιμ κλάσικ!

[I]Τα παιδιά της γειτονιάς σου με πειράζουνε,
χασικλή, μπεκροκανάτα με φωνάζουνε.[/I]

Παμπάλαιο δημώδες σμυρνέικο, μπορεί και του 19ου αιώνα.

#2
GATZMAN

Η κανατα αυτη ειναι συνδεδεμενη με μπεκ