Γλωσσικό αμάλγαμα των «μεγαλειώδης» και «γλοιώδης». Δύναται να χρησιμοποιηθεί για να χαρακτηρίσει άτομα που το παίζουν καμπόσοι αλλά ταυτοχρόνως είναι σιχαμεροί (βρυ)κόλακες των ανωτέρων τους.
«Ο σοφέρ ανοίγει την πόρτα της απαστράπτουσας Hispano-Suiza και ευθύς ξεπηδά από μέσα αγέρωχος ο στρατάρχης [...]. Από πίσω, σκυφτός, με μοχθηρό χαμόγελο στα χείλη ακολουθεί βήμα προς βήμα ο μεγαγλειώδης υποστράτηγος Παχλάτσας.»
Από ανύπαρκτο μυθιστόρημα που διαδραματίζεται στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου.
5 σχόλια
Hank
Μεγαλειώδες λήμμα!
Vrastaman
...εχεις μπει σπουδαiα, inq!
iron
συνώνυμο: τζουτζές
Galadriel
Ωραίος!
the_inq
Σας ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια ω μεγάλοι μάγιστροι ! (αμάν....λες να άρχισα να γίνομαι....μεγαγλειώδης;).