Η απαλή συνουσία, το γαμησάκι. Χρησιμοποιείται για να πείσουμε την άπειρη παρτενέρ μας ότι δεν θα είναι κάτι επώδυνο, ώστε ν΄αποσπάσουμε τη συγκατάθεση της.

  1. Έλα βρε Λουκία, μη μου το κόβεις πάνω στο γλυκό. Ένα τόσο δα φιφάκι θα σου ρίξω, και να δεις που θα σ΄αρέσει.

2 (Ημισκούμπρια, Το Σεξ)
Τοτότε δε ξέραμε τίποτα γύγυγυρω γύρω από το sex Τι είν' αυτό ρωτάγαμε και τίποτα τρία επί δύο κάνουν εξ
Έτσι κι εγώ ρώτησα ένα φίλο μου πιο μπασμένο και προφίλ και ανφάς
Τι είναι το φιφάκι φιλαράκι μου τι σημαίνει κάτσε να τον φάς
Το φιφάκι το φιφάκι μάνα μου το λιλάκι που λένε και χλιχλί Ντουρου ντουρου φακι φακι μάνα μου δύση και δύση και ανατολή
Κατάλαβες; Κατάλαβα.
Μωρ' τι κατάλαβες; Κατάαλαβα

Το φιφάκι που λένε και φλιφλί (από Hank, 12/06/09)φιφάκι (από allivegp, 13/06/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία