Κάποιος που είναι φρεσκολουσμένος, φρεσκοξυρισμένος, και κατεπέκταση, περιποιημένος, στην τρίχα.
- Όπα; Τί φρεσκαδούρες είν' αυτές ρε μεγάλε;
- Άσε, φίλε, παίζει γκομενάκι. Πρώτο ραντεβού κι' έτσι.
- Και γιατί πας έτσι ρε, σα μουνί κλαμένο;
- Κόφ' το ρε μάλαξ. Η τύπα είναι κυριλέ.
- Μάιστα. Ακόμα δεν την γνώρισες καλά-καλά, σ' έβαλε να ξυρίσεις και μουστάκι να 'ούμε...