Κωλοφωτιά κυριολεκτικά είναι η πυγολαμπίδα, εξάλλου και στα αρχαία αυτό σημαίνει πυγολαμπίδα (< πυγή + λάμπω), καθώς το ομώνυμο έντομο έχει την δυνατότητα να παράγει φως με βιολογικό τρόπο για να προσελκύει θηράματα ή συντρόφους, δες. Σαν χαρακτηρισμός προσώπου έχει τις παρακάτω συναφείς μεταξύ τους σημασίες:

  1. Ό,τι και το σπίρτο, δηλαδή κάποιος έξυπνος, παρατηρητικός και οξυδερκής.

  2. Άτομο παθολογικά υπερκινητικό που, σε εργασιακό χώρο, γυρνάει σαν σβούρα και δεν ξέρει τι να κάνει, όντας συνεχώς μες στο άγχος. Σαν να έχει φωτιά στον κώλο του και να μην μπορεί να κάτσει κάπου, να μην μπορεί να στρώσει κώλο κάτω.

  3. Το πρώτο, ειρωνικά, δηλαδή το σπίρτο βρεγμένο ή ο Σπιρτούλης.

Πάσα: Στράτος 98.

  1. Μας φέρανε και τον νέοπα, τον κωλοφωτιά, τον ταλιμπανίδη να μας χαλάσει την πιάτσα, δεν φτάνει που μας κόβουν τους μισθούς, θέλουν να τρέχουμε κιόλας.

  2. την ρωταει και ο αλλος ο κωλοφωτιας τι εχεις να πεις για Κοτσωλη; (Εδώ).

  3. Κωλοφωτιά, πυγολαμπίδα μου, ανάσα μου, ελπίδα μου
    μ' έχεις μαγέψει
    Βατράχι είμαι ή πρίγκιπας, ο Τζίμης ο Οιδίποδας,
    μ' έχεις μπερδέψει.
    Δεν θέλω γκόμενες, λεφτά
    Βάλε στον κώλο μου φωτιά
    να γίνω εσύ.
    (Στίχοι Τζίμη Πανούση εδώ)

Άσιμος, της κωλοφωτιάς. (από Khan, 04/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία