Κάνω ντρίτσα - κάτσα = δεν ακολουθώ τις οδηγίες, δεν κάθομαι ήσυχα, δεν συμφωνώ ή δεν έχω τη διάθεση να συμφωνήσω σε κάτι.

  1. Αυτός μου κάνει ντρίτσα-κάτσα, πού θα μου πάει, θα τον καταφέρω να συμφωνήσει.

  2. Αυτός δεν κάθεται στα αυγά του, μου κάνει ντριτσα-κάτσα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία