хлеб / χλιέμπ, όπως αναφέρει και ο allivegp παραπάνω, είναι το ψωμί στα ρώσικα και γενικά σε πολλές σλαβικές γλώσσες.

Αυτός που πεινάει, ο πεινασμένος, όντας αδύνατος, αδύναμος και γενικά κιτρινισμένος και σε κακή εμφανισιακή κατάσταση, το πρώτο πράγμα που ζητάει είναι хлеб / χλιέμπ /ψωμί.

Αν υπάρχει σλάβικη επιρροή στη λέξη «χλεμπονιάρης», τότε αυτολεξεί σημαίνει ο «ψωμάς», αλλά με την έννοια του πεινασμένου που ζητάει συνεχώς ψωμί και εμφανισιακά είναι χάλια.

Τι χλεμπονιάρης είναι αυτός; δώστου ψωμί να φάει...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κιτρινιάρης, χλωμός.

Υπερθετικός: Ο χλεμπόνας, η χλεμπόνα.

Δεν κοιτάει τα μούτρα του στον καθρέφτη, ο χλεμπονιάρης;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία