Ψευδογαλλιστί, τον πούλο. Ακούγεται όπως το le poulet, που σημαίνει κοτόπουλο.

Ερευνάται η ετυμολογική σχέση μεταξύ κοτόπουλου και πούλου...

  1. Ο Τζόρτζεβιτς τα έχει φτύσει και θα πρέπει να ξεκουράζεται, αλλιώς θα κλατάρει σύντομα. Και χωρίς αυτόν λε πουλέ. (παράδειγμα από ποστ γαύρου στο νετ)

  2. Αν έχεις κανένα στοιχείο, πέτα το μπροστά μου, αλλιώς λε πουλέ και βούλο. (παράδειγμα από ποστ θυμωμένου στο νετ)

  3. Ρε βλακάκο βάζελε, πήγαινε φάε το καρότο σου κι άσε μας στην ησυχία μας! Άντε, ήρθατε να κάνετε την κωλοπροπαγάνδα σας ακόμη και στα φόρουμ μας! Λε πουλέ!!! (παράδειγμα από ποστ θυμωμένου γαύρου στο νετ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Hank

Στη σλανγκ any παρετυμολογία goes!

#2
Ο ΑΛΛΟΣ

Δεν είναι παρετυμολογία, ισχύει κανονικά:
Λατ. pullus (= νεοσσός) > μσν. ελλ. πούλλος (= το ίδιο) > κοτόπουλο, περδικόπουλο κλπ., ήτοι νεοσσοί των αντίστοιχων πτηνών. Όταν αυτά τα σύνθετα άρχισαν να γίνονται αντιληπτά μάλλον ως «μικρή κότα, μικρή πέρδικα», η χρήση του -πουλο επεκτάθηκε εκτός πτηνών, π.χ. λαφόπουλο, και σε ανθρώπους, π.χ. βασιλόπουλο, και τελικά και σε κύρια ονόματα, π.χ. Βασιλόπουλος (ο γιος του Βασίλη, καλά αυτό το ξέρουμε). [Πηγή μέχρι εδώ: Μπάμπης].

Το «πουλί» εικάζω ότι βγήκε ως εξής: αρχικά ως υποκοριστικό του πούλλος (= νεοσσός), στη συνέχεια η υποκοριστική του έννοια ξεχάστηκε και έμεινε να σημαίνει απλά «νεοσσός» (υπάρχουν αποσπάσματα δημοτικών τραγουδιών που δείχνουν αυτή τη σημασία, π.χ. Κλώσσα τα πουλιά δεν τα 'βγαλες σωστά), και στη συνέχεια από «νεοσσός πτηνού», που και πάλι είναι κατά μία έννοια υποκοριστικό, έφτασε να σημαίνει γενικώς το πτηνό.

Θα παρατηρήσατε ότι στην πορεία χάσαμε το ένα λάμδα. Αυτό θεωρώ ότι είναι λάθος της επίσημης γραμματικής μας. Στις διαλέκτους όπου τα διπλά σύμφωνα προφέρονται ακόμη και άρα φαίνεται καθαρά ποια θα έπρεπε να είναι η ορθογραφία ορισμένων λέξεων, όλες αυτές οι λέξεις προφέρονται με δύο λάμδα (συγκεκριμένα, στα 12νησιακά ιδιώματα: πουλλί, βασιλόπουλλο, πούλλα [η κότα] κλπ.).

Επόμενο στάδιο: το πουλί (πτηνό) προσλαμβάνει την επιπλέον σημασία του πέους. Αρχικά ως ευφημισμός / υπαινιγμός, αλλά χρησιμοποιήθηκε τόσο ώστε κατέληξε να είναι μία δεύτερη κυριολεκτική έννοια.

Τελευταίο στάδιο: από το πουλί, που κανείς πλέον δεν το αντιλαμβάνεται ως υποκοριστικό που ήταν κάποτε, παράγεται (εκ νέου!) το μεγεθυντικό πούλος, τον οποίο και παίρνουμε οσάκις παραστεί χρεία.

Άρα ναι, μεταξύ πούλου και κοτόπουλου υπάρχει στενή σχέση. Η πλάκα είναι ότι και το γαλλικό poullet προφανώς συνδέεται με το λατινικό pullus. Δεν ξέρω ποια βήματα οδήγησαν σ' αυτή την εξέλιξη, αλλά το πράγμα δείχνει να μιλάει από μόνο του.

#3
Hank

Πολύ εμπεριστατωμένος!

#4
babycat

Μερσί μποκού, λ' Οτρ, για την ετυμολογική ανάλυση. Εξαιρετική, une perle :)

#5
Ο ΑΛΛΟΣ

Καλά τρελαίνομαι σου λέω! Ο πούλος πούλος, και η γαλλική αβρότης γαλλική αβρότης!

C' est moi qui vous remercie, Chat-bebe! (Πού διάλο είναι τ' αξάν τ'aigu;)

#6
ο αυτοκτονημενος

πούυυυυλ πουλ πουλ πουλ
λεγανε οι μανιες ριχνωντας ξεροκοματα τριμενα στης κοτες στο χωριο

#7
GATZMAN

@auto
Σωστός

#8
Vrastaman

Το πουλέν άρμ!

#9
GATZMAN

Κι από το πούλεν άρμ--->άρμη