Το συντηρητικό άτομο. Η κατάληξη -ίκλα προσδίδει επιπλέον κακομοιριά στον χαρακτηρισμό.

Ο συντηρίκλας, η συντηρίκλα. Το τελευταίο λέγεται και για άντρα όμως.

  1. ...πίσω από όλα αυτά τα μασκαραλίκια της ξεβράκωτης ξεσαλωμένης, που φουμάρει, βρίζει και γενικώς σοκάρει, ότι από κάτω κρύβεται μία συντηρίκλα του κερατά που αν ζήσει τον έρωτά της νοιώθει πόρνη αστεφάνωτη...
    (από το νέτι)

  2. Μεγάλη συντηρίκλα ο Μανόλης, δεν το είχα καταλάβει...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Khan

Το -ίκλα παίζει πολύ για συντηρητικούς, βλ. και φανατίκλα(ς).

#2
iron

ναι, βγάζει μεγάλη απαξίωση.

#3
soulto

και συντήρας, κατά το ρεφόρμας, σταλίνας κλπ.