Η χρήση αόριστου ή παρακείμενου χρόνου ως μέλλοντα, που εκφράζει την απόλυτη βεβαιότητα ή συμφωνία του ομιλητή για κάτι που αναμένεται ή προτάθηκε να γίνει. Για έμφαση συντάσσεται και με τα χρονικά ήδη, κιόλας.
Προέρχεται φαίνεται από το υποθετικό σχήμα «πες/θεώρησε ότι (αυτό που ειπώθηκε) έγινε/έχει γίνει», με αποκοπή του κύριου μέρους για λόγους συντομίας.
Το φαινόμενο δεν είναι αποκλειστικά αργκοτικό, ούτε και καινούργιο (βλέπε πρώτο παράδειγμα), αλλά στην αργκό χρησιμοποιείται πολύ πιο γενικευμένα.