Ασήμαντο, ανάξιο λόγου.
Αυτή είναι τραγουδίστρια του κώλου.
Ασήμαντο, ανάξιο λόγου.
Αυτή είναι τραγουδίστρια του κώλου.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Πάρα πολύ, εξαιρετικά πολύ.
- Γουστάρεις σήμερα μπαρότσαρκα;
- Άσε ρε, αύριο δίνω κι'έχω να βγάλω του κώλου την ύλη.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Φράση που χρησιμοποιείται ευρέως όταν κάποιος θέλει να διαψεύσει κάτι ή να χαρακτηρίσει ένα στοιχείο ως ψευδές.
- Είπε ότι δεν πρόκειται να με ξανακερατώσει.
- Ναι καλά, αυτά είναι του κώλου!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία