Το περίνεο, ο περιορισμένος χώρος μεταξύ αιδοίου και πρωκτού.

Κατ' ευφημισμόν πάρκινγκ, καθ όσον εκεί θαλασσοδέρνονται οι όρχεις κατά τη διάρκεια κατά τη διαδικασία εξαγωγής και εκροής του γαλακτικού οπού των.

Όρα και «δυο δάχτυλα και κάτι».

Στην εφηβική καφετέρια:
- Σιγά μη λεγετ' έτσι ρε μαλάκα. Αρχιδοπάρκινκ λέγεται.

(από iwn, 10/11/10)

Λέξεις για το περίνεο: αρχιδακούμπι, αρχιδόκαμπος, αρχιδοπαλαίστρα, αρχιδοπάρκινκ, αρχιδόπιστα, αρχιδοχορεύτρα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Khan

Στος. Και αρχιδοχορεύτρα.