Από το ιταλίκό a picco, δηλαδή καθέτως.
Κυριολεκτικά η θέση της άγκυρας που δεν έχει ακόμα σηκωθεί από το βυθό αλλά της οποίας η αλυσίδα έχει ήδη πάρει κατακόρυφη θέση, είναι έτοιμη να σηκωθεί.
Μεταφορικά είμαι απίκο σημαίνει είμαι έτοιμος.
- Άντε ρε μαλάκα θα φύγουμε;
- Ναι ρε, είμαστε όλοι απίκο σε 2 λεπτά.