Άμα είσαι μιας κάποιας ηλικίας, τότε παιχνιδομηχανές, κονσόλες, πλέη-στέησον, ιξμπόξ, γουί και λοιπά μεταγενέστερα των ογδόνταζ μπλιμπλίκια για σένα θα ονομάζονται πάντα ατάρι.
Γιατί είναι εξωτική-ψαρωτική ονομασία, γιατί το θυμάσαι από το «πατάρι»(που βρίσκεται τα τελευταία είκοσι χρόνια) και γιατί μπάσει περιπτώσει, κατάλαβες τι εννοώ, αυτό που το βάνεις στην τηλεόραση και παίζεις.
- Τι του πήρες του μικρού για τα γενέθλια;
- Ένα ατάρι από αυτά τα μαύρα. Το άσπρο ήταν πιο φτηνό αλλά δεν έβγαζα άκρη μαζί του.
- Έχει βγάλει ένα κι η νιτέντο.
- Ατάρι;
- Ναι (άντε γεια).
- Δε μου λες, δεν κλείνεις το ατάρι να ανοίξεις κάνα βιβλίο;
- Το ποιο;
- Με δουλεύει κιόλας το μαλακιασμένο...
- Μωρ’ τι μαλάκας είναι τούτος; Που σταδιάλα τον βρήκατε και τον βάλατε αρχηγό;
- Να τον αφήσεις ήσυχο τον Τζέφρι. Τον είδαμε και τον χοντρό, όλη μέρα καβάλα στο ατάρι...
- (Τρίτος πετάγεται) Πάλι για ποδοσφαιρικά μιλάτε; θα σας αλλάξω θρανίο.