σφουτζουρίζω ή σφετζουρίζω
Τα ρίχνω στη μούρη κάποιου, τον μουτζώνω, τα παρατάω.
Τον βαρέθηκα κάποια στιγμή με τη τσιγγουνιά του και του τα σφουτζούρηξα στη μούρη.
Τι κάθεσαι εκεί μέσα; Δεν τους τα σφετζουρίζεις όλα στη μούρη να ησυχάσεις;
σφουτζουρίζω ή σφετζουρίζω
Τα ρίχνω στη μούρη κάποιου, τον μουτζώνω, τα παρατάω.
Τον βαρέθηκα κάποια στιγμή με τη τσιγγουνιά του και του τα σφουτζούρηξα στη μούρη.
Τι κάθεσαι εκεί μέσα; Δεν τους τα σφετζουρίζεις όλα στη μούρη να ησυχάσεις;
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
0 σχόλια