Το λήμμα σοπάκι οδηγεί στο λήμμα σόπι.

Ξυλοδαρμός.

- Έφαγε σόπι: έφαγε γερό ξύλο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
dryhammer

Δες σοπάκι, τσομάκι κ.ά.π.